- μετακόνδυλοι
- μετακόνδυλοιthe last phalanges (including knuckles) of the fingersmasc nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μετακόνδυλοι — μετακόνδυλοι, οι (Α) 1. οι τελευταίες φάλαγγες τών δακτύλων μαζί με τις αρθρώσεις τους, τους αρμούς, τα κότσια («τὰ ὀστᾱ τῶν δακτύλων σκυταλίδες καὶ φάλαγγες τὰ δὲ πρῶτα ἄρθρα προκόνδυλοι τὰ δὲ ἑξῆς κόνδυλοι τὰ δὲ τελευταῑα μετακόνδυλοι», Ρούφ.)… … Dictionary of Greek
μετακόνδυλα — μετακόνδυλα, τὰ (Α, Μ μετακονδύλια) οι μετακόνδυλοι* («τὰ δ ἐπὶ τῷ μετακαρπίῳ πρὸ τῶν κονδύλων μετακόνδυλα», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμαένος τ. τού μετακόνδυλοι με αλλαγή γένους] … Dictionary of Greek